top of page

Έρανος Αγάπης 2014



Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΑΝΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Προς

τον Ιερό Κλήρο

και τούς ευ­σε­βείς Χρι­στια­νούς

της Ι­ε­ράς Μη­τρο­πό­λε­ώς μας

Α­γα­πη­τοί μου αδελφοί,

Πλη­σιά­ζει η με­γά­λη εορτή των Χρι­στου­γέν­νων. Οι καμ­πά­νες των εκ­κλη­σι­ών θα ηχήσουν χαρ­μό­συ­να. Ο ευσεβής λα­ός θα πορευθεί στους Ιερούς Να­ούς. Ο χρι­στι­α­νι­κός κό­σμος θα ε­ορ­τά­σει και πά­λι το μέ­γι­στο γε­γο­νός της παγ­κο­σμί­ου Ι­στο­ρί­ας. «Ο Χρι­στός επί γης». «Ο υψηλός Θε­ός», όπως ψάλ­λει ο ιερός ποι­η­τής του Α­κα­θί­στου ‘Υμνου, «ε­πί γης εφά­νη τα­πει­νός άν­θρω­πος βου­λό­με­νος ελ­κύ­σαι προς το ύψος τούς αυτώ βο­ών­τας αλ­λη­λού­ϊ­α». Ή, όπως δι­δά­σκει ὁ στύλος της Ορ­θο­δό­ξου Εκ­κλη­σί­ας, ο Μέ­γας Α­θα­νά­σιος, «ο Θε­ός ε­γέ­νε­το άν­θρω­πος, ί­να τον άν­θρω­πον Θε­όν α­περ­γά­ση­ται».

Εί­κο­σι έ­να αι­ώ­νες έ­χουν πα­ρέλ­θει, α­φό­του ­γεν­νή­θηκε ο Χρι­στός, ο Λυ­τρω­τής του κό­σμου. Το γε­γο­νός ό­μως της γεν­νή­σε­ως του Χρι­στού δεν λησμονήθηκε και δεν θα λη­σμο­νη­θεί πο­τέ. Συγ­κι­νεί και δι­δά­σκει τις γε­νε­ές των αν­θρώ­πων. Άλ­λα α­στέ­ρια, κο­σμι­κά α­στέ­ρια, σβή­νουν. Το α­στέ­ρι ό­μως της Βη­θλε­έμ δεν θα σβή­σει πο­τέ. Θα ε­ξα­κο­λου­θεί να φω­τί­ζει πάν­το­τε τον κό­σμο.

Η Ορ­θό­δο­ξη Εκ­κλη­σί­α μας με τούς θε­σπέ­σιους ύ­μνους της μας κα­λεί να πα­νη­γυ­ρί­σου­με το μέ­γα γε­γο­νός : «Δεύ­τε ί­δω­μεν, πι­στοί, που ε­γεν­νή­θη ο Χρι­στός!». Ό­σοι πι­στεύ­ουν, θα με­τα­φερ­θούν νο­ε­ρά στη Βη­θλε­έμ για να ζή­σουν το κορυφαίο γεγονός της θείας Ενανθρωπήσεως· να συγ­κι­νη­θούν και να δι­δα­χθούν απ᾽ αυτό.

Σε σπή­λαι­ο γεν­νή­θηκε ο Σω­τήρ. Σε μι­κρή α­πό­στα­ση α­πό το κα­τά­λυ­μα αυ­τό του Υι­ού της Παρ­θέ­νου υ­πήρ­χαν τα σπίτια και τα μέ­γα­ρα των ι­σχυ­ρών, των πλου­σί­ων Ι­ου­δαί­ων. Κα­νένα σπίτι της Βη­θλε­έμ δεν ά­νοι­ξε. Αυ­τοί φά­νη­καν α­δι­ά­φο­ροι. Στη Βη­θλε­έμ ο Ι­η­σούς δεν βρή­κε στέ­γη. Τα τε­τρά­πο­δα ό­μως του σταύλου, τα άλογα ζώα, α­πο­δεί­χθη­καν σπλα­χνι­κό­τε­ρα των αν­θρώ­πων. Προ­σέ­φε­ραν τη φάτ­νη τους και με την α­να­πνο­ή τους θέρ­μα­ναν το θεί­ο βρέ­φος τη χει­μωνιάτικη ε­κεί­νη νύ­κτα.

* * *

Οι ευ­λα­βείς χρι­στια­νοί που α­κούνε, ό­τι κα­νέ­να σπί­τι τό­τε δεν ά­νοι­ξε, για να υ­πο­δε­χθεί τον Χρι­στό, ίσως ν᾽ α­γα­να­κτούν και να κα­τα­κρί­νουν τούς αφιλόξενους κατοίκους της Βη­θλε­έμ και ο κα­θέ­νας να λέ­ει μέσα του : «Χρι­στέ μου! Πό­σο θα ή­θε­λα να ζού­σα στην ε­πο­χή σου. Θα ά­νοι­γα το σπί­τι μου, για να σε φι­λο­ξε­νή­σω. Θα ά­να­βα φω­τιά για να σε ζε­στά­νω. Θα σου προ­σέ­φε­ρα ρούχα για να σε ντύσω. Θα σε ­σκέ­πα­ζα μα τα πιο ζε­στά κλι­νο­σκε­πά­σμα­τα. Θα θυ­σί­α­ζα τα πάν­τα, ώ­στε, συ Κύ­ρι­ε, ο Λυτρωτής και Σωτήρας μας, να γίνεις δεκτός στη γη με τιμή και αγάπη».

Ο Χρι­στός ό­μως, α­γα­πη­τοί μου, ε­ξα­κο­λου­θεί και σήμερα να έρχε­ται κοντά μας. Ναι! Είναι παρών ανάμεσά μας. Ο Χρι­στός κα­τοι­κεί δί­πλα στο σπίτι μας, στην πο­λυ­κα­τοι­κί­α μας, στη γει­το­νιά μας, στην πό­λη μας, στην Ε­νο­ρί­α μας.

Ο Χρι­στός ση­κώ­νει τις α­μαρ­τί­ες, τούς πό­νους, τις θλί­ψεις, τις δυ­σκο­λί­ες, τις δο­κι­μα­σί­ες, τις α­νάγ­κες και τα προ­βλήμα­τα ό­λων. Δι­ό­τι ό­λοι εί­ναι πλά­σμα­τά Του. Και Τον συ­ναν­τού­με και Τον βλέ­που­με στο πρό­σω­πο ό­λων ε­κεί­νων, πού πά­σχουν και υ­πο­φέ­ρουν.

• Εί­ναι οι α­δελ­φοί μας, πού φι­λο­ξε­νούν­ται στα Φι­λαν­θρω­πι­κά Ι­δρύ­μα­τα της Εκ­κλη­σί­ας μας.

• Εί­ναι οι συ­νάν­θρω­ποί μας, πού βρί­σκουν κα­θη­με­ρι­νά ένα πιά­το ζε­στού φα­γη­τού στα συσ­σί­τια των Ε­νο­ρι­ών μας.

• Εί­ναι οι πο­λύ­τε­κνες οικο­γέ­νει­ες με πο­λύ χα­μη­λό εισό­δη­μα, πού συν­θλί­βον­ται α­πό πο­λλές α­νάγ­κες.

• Εί­ναι οι ά­νερ­γοι πού στε­ρούν­ται πολ­λές φο­ρές και τα στοι­χει­ώ­δη.

• Είναι οι άρ­ρω­στοι, πού α­δυ­να­τούν ν᾽ α­γο­ρά­σουν τα φάρ­μα­κά τους.

• Είναι οι σπου­δα­στές μας ε­κεί­νοι, πού έ­χουν α­νάγ­κη α­πό βο­ή­θεια, γι­α να συ­νε­χί­σουν τις σπου­δές τους.

Ό­λοι αυ­τοί και πολ­λοί άλ­λοι συ­νάν­θρω­ποί μας πε­ρι­μέ­νουν την έμ­πρα­κτη α­γά­πη μας και τη βο­ή­θειά μας.

Μη λη­σμο­νού­με μια με­γά­λη α­λή­θεια : Ό­τι εί­μα­στε χρι­στια­νοί στον βαθ­μό πού α­γα­πού­με τους άλ­λους και πρω­τί­στως αυ­τούς πού υ­πο­φέ­ρουν. Που δυ­στυ­χούν. Πού στε­ρούν­ται.

Πάν­το­τε οι Χρι­στια­νοί έ­χου­με χρέ­ος να δεί­χνου­με στους άλ­λους πη­γαί­α, έμ­πρα­κτη και α­νι­δι­ο­τε­λή α­γά­πη. Προ­πάν­των ό­μως κα­τά τις με­γά­λες χρι­στι­α­νι­κές μας εορ­τές. Και κατ᾽ ε­ξο­χήν, κα­τά την Ε­ορ­τή των Χρι­στου­γέν­νων, που είναι Ε­ορ­