top of page

ΠΟΙ­ΜΑ­ΝΤΟ­ΡΙ­ΚΗ Ε­ΓΚΥ­ΚΛΙ­ΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2013



O Μη­τρο­πο­λί­της Νέ­ας Σμύρ­νης Συ­με­ών

προς τους ευ­σε­βείς Χρι­στια­νούς της Ι­ε­ράς Μη­τρο­πό­λε­ως


ΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ο­λό­φω­τες εκ­κλη­σι­ές μας, αγα­πη­τοί μου α­δελ­φοί, ε­ορ­τά­ζου­με οι Χρι­στια­νοί σή­με­ρα τή γέν­νη­ση του Θε­αν­θρώ­που Κυ­ρί­ου μας. Και γε­μά­τοι α­πό χα­ρά, τη χα­ρά που χα­ρί­ζει μυ­στι­κά στις καρ­δι­ές μας η πί­στη, ψάλ­λου­με: «Η γέν­νη­σίς σου Χρι­στέ ο Θε­ός η­μών ανέ­τει­λε τω κό­σμω το φως το της γνώ­σε­ως…». Απο­τε­λεί α­λή­θεια της πί­στε­ώς μας. Ταυ­τό­χρο­να όμως συ­νι­στά και εμ­πει­ρι­κή ψη­λά­φη­ση, ολο­φώ­τει­νη βε­βαι­ό­τη­τα που μας προ­σφέ­ρει η πάμ­φω­τη ση­με­ρι­νή ε­ορ­τή. Ο Κύ­ριος Ι­η­σούς εί­ναι το φως· «φως εκ φω­τός, Θε­ός αλη­θι­νός εκ Θε­οῦ αλη­θι­νού», όπως ο­μο­λο­γού­με στο Σύμ­βο­λο τηης πί­στε­ώς μας.

* * *

ΩΣ ΦΩΣ «α­νέ­τει­λε» στον κό­σμο· εναν­θρώ­πη­σε. Προ­σέ­λα­βε την αν­θρώ­πι­νη φύ­ση μας «εκ Πνεύ­μα­τος Α­γί­ου και Μα­ρί­ας της Παρ­θέ­νου». Μας το δι­α­κή­ρυ­ξε ο Ί­διος: «Εγώ ειμι το φως του κό­σμου» (Ι­ω. 8,12)· «Εγώ φως εις τον κό­σμον ελή­λυ­θα» (Ι­ω. 12,46). Ο Λό­γος, ο Κύ­ριος Ιη­σούς δη­λα­δή, ό­πως γρά­φει ο ευ­αγ­γε­λι­στής Ι­ω­άν­νης, είναι το α­λη­θι­νό φως, που κα­θώς έρ­χε­ται στον κό­σμο, φω­τί­ζει κά­θε άν­θρω­πο (Ιω. 1,9). Η γέν­νη­ση του Χρι­στού μας εί­ναι η φα­νέ­ρω­ση στη γη, μέ­σα στον χρό­νο και την ­ιστο­ρί­α, του α­ϊ­δί­ου φω­τός. Αυ­τό βε­βαι­ώ­νει ψάλ­λον­τας η Εκ­κλη­σί­α μας: «Φως εκ φω­τός έλαμ­ψε τω κό­σμῳ και πά­σι τον φω­τι­σμόν δω­ρείται».

* * *

ΤΟ ΦΩΣ φω­τί­ζει. Δι­α­λύ­ει τα σκο­τά­δια και κα­θι­στά δι­ά­φα­να τα πάν­τα. Το ί­διο και ο Χρι­στός μας, το α­λη­θι­νό φως. Φω­τί­ζει τον νου του αν­θρώ­που για να δι­α­κρί­νει την πλά­νη α­πό την α­λή­θεια. Να προ­σεγ­γί­σει την α­λή­θεια. Να γνω­ρί­σει την α­λή­θεια, που σε τε­λευ­ταί­α α­νά­λυ­ση ση­μαί­νει να γνω­ρί­σει την ζών­τα και α­λη­θι­νό Θε­ό. Ν᾽ απο­κτή­σει τη δώ­ρο της αλη­θούς θε­ο­γνω­σί­ας. Το φως του Χρι­στού φω­τί­ζει α­κό­μη και τη συ­νεί­δη­ση του αν­θρώ­που. Να δι­α­κρί­νει το κα­λό α­πό το κα­κό. Το δί­και­ο από το ά­δι­κο. Αυ­τό που ο­φεί­λει να πρά­ττει και αυ­τό που ε­πι­βάλ­λε­ται ν᾽ α­πο­φεύ­γει. Με άλ­λα λό­για, μό­νο το φως του Χρι­στού α­να­δει­κνύ­ει την αν­θρώ­πι­νη συ­νεί­δη­ση φω­τι­σμέ­νη και γρη­γο­ρού­σα.

* * *

ΤΟ ΦΩΣ του Χρι­στού, όπως άλ­λω­στε και το φυ­σι­κό φως, θερ­μαί­νει την καρ­διά μας. Α­νά­βει μέ­σα μας, τη φλό­γα της α­γά­πης· της δι­πλής αγά­πης. Της α­γά­πης προς τον Θε­ό και της α­γά­πης προς τον πλη­σί­ον. Χω­ρίς την α­γά­πη του Θε­ού, α­γά­πη προς τον συ­νάν­θρω­πο δεέν μπο­ρεί να υ­πάρ­ξει. Αυ­τό που ο­νο­μά­ζου­με αν­θρω­πιά, αλ­λη­λεγ­γύ­η, συμ­πα­ρά­στα­ση άν δενε α­πό την α­γά­πη, την α­γά­πη που ο Χρι­στός δι­δά­σκει, γρή­γο­ρα εξα­τμί­ζον­ται. Η α­γά­πη για τον πλη­σί­ον που μας ζη­τά ο Χρι­στός φτά­νει μέ­χρι τα όρια της αυτα­πάρ­νη­σης και της αυ­το­θυ­σί­ας. Αυ­τός εί­ναι και ο βα­θύ­τε­ρος λό­γος για τον ο­ποί­ο ο Κύ­ριος ο­νό­μα­σε τα «κα­λά έρ­γα», τα έρ­γα που εμ­πνέ­ει η αγά­πη, φως και την πα­ρου­σί­α των μα­θη­τών Του μέ­σα στον κό­σμο, πα­ρου­σί­α φω­τός, που τε­λι­κά οδη­γούν τους αν­θρώ­πους στη δο­ξο­λο­γί­α του α­λη­θι­νού Θε­ού και Πα­τέ­ρα (Ματθ. 5,16).

* * *

Η ΓΕΝΝΗΣΗ του Χρι­στού α­νέ­τει­λε στον κό­σμο αυ­τό το υπέρ­λαμ­προ φως. Και οι άν­θρω­ποι ; Είναι τρα­γι­κή η δι­α­πί­στω­ση που κά­νει ο ευ­αγ­γε­λι­στής Ιω­άν­νης: «Το φως ήρ­θε στον κό­σμο, οι άν­θρω­ποι ό­μως αγά­πη­σαν πε­ρισ­σό­τε­ρο το σκο­τά­δι πα­ρά το φως!» (Ι­ω. 3,19). Για­τίά; Το εξη­γεί ευθύς α­μέ­σως ο Ευ­αγ­γε­λι­στής: «ην γαρ πο­νη­ρά αυ­τών τα έρ­γα». Το φως έχει την ι­δι­ό­τη­τα να φω­τί­ζει και να ἀ­πο­κα­λύ­πτει. Ε­κεί­νος που τα έρ­γα του, η ζω­ή του είναι σκο­τει­νή μι­σεί το φως. Το φο­βά­ται. Το α­πο­φεύ­γει. «Κά­θε άν­θρω­πος που πράτ­τει έρ­γα φαύλα μι­σεί το φως και δεν έρ­χε­ται στο φως, για­τί φο­βά­ται μή­πως α­πο­κα­λυ­φθούν τα έρ­γα του και κρι­θούν» (στίχ. 20). Αυ­τό, δυ­στυ­χώς, γί­νε­ται και με πολ­λούς α­πό μας πα­ρό­τι είμαστε βα­φτι­σμέ­νοι χρι­στια­νοί. Εγ­κα­τα­λεί­που­με τον Χρι­στό. Δεν ἐ­πι­θυ­μού­με την πα­ρου­σί­α Του. Α­πο­μα­κρυ­νό­μα­στε από την Εκ­κλη­σία Του. Και η αι­τί­α αυ­τής της στά­σης μας εί­ναι η ά­τα­κτη ζω­ή μας. Τα σκο­τει­νά μας έρ­γα. Τα πά­θη που μας ε­ξου­σιά­ζουν και δεν μας α­φή­νουν να πλη­σι­ά­σου­με το φως του Χρι­στού.

* * *

Α­δελ­φοί μου, ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ σή­με­ρα! Η­μέ­ρα ε­όρ­τια, η­μέ­ρα χα­ράς και ελ­πί­δας. Ο Χρι­στός μας, το φως το α­λη­θι­νό, «ανέ­τει­λε τω κό­σμω». Ήρ­θε κον­τά μας. Έ­γι­νε άν­θρω­πος για να σώ­σει τον άν­θρω­πο. Για να μας χα­ρί­σει τη δυ­να­τό­τη­τα της αλη­θι­νής και αι­ώ­νιας ζω­ής. Γι᾽ αυ­τό ας Τον πα­ρα­κα­λέ­σου­με, ι­δι­αί­τε­ρα σή­με­ρα, να μας χα­ρί­ζει πλου­σι­ο­πά­ρο­χα το υ­πε­ρού­σιο φως Του.

  1. Να φω­τί­ζει τον νου μας. Τις σκέ­ψεις που κά­νου­με. Τις α­πο­φά­σεις που παίρ­νου­με.

  2. Να θερ­μαί­νει τις καρ­δι­ές μας με τη φλό­γα της α­γά­πης για τους συ­ναν­θρώ­πους μας. Ι­δι­αί­τε­ρα αυ­τούς που πο­νούν, που υ­πο­φέ­ρουν, που οι δυ­σκο­λί­ες της ζω­ής τους κά­νουν να απελ­πί­ζον­ται.

  3. Να κα­θο­δη­γεί με το φως του Ευ­αγ­γε­λί­ου Του τις συ­νει­δή­σεις μας στην εκ­πλή­ρω­ση του χρι­στι­α­νι­κού μας χρέ­ους. Να ζού­με, δη­λα­δή, και να πο­ρευ­ό­μα­στε, ό­πως προ­τρέ­πει ο Α­πό­στο­λος Παύ­λος, «ως τέ­κνα φω­τός» (Εφ. 5,8).


ΕΥΦΡΟΣΥΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ,

ΛΟΥΣΜΕΝΑ ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.



Ο Ε­πί­σκο­πός σας

† Ο ΝΕ­ΑΣ ΣΜΥΡ­ΝΗΣ ΣΥ­ΜΕ­ΩΝ















bottom of page