Αν θέλει κανείς να σταθεί απέναντι στο γάμο ομοφύλων, οφείλει να βρει καλύτερα επιχειρήματα από το τι είναι «φυσικό» και κατά φύσιν ηθικά ορθό.
Αφήνω σ' αυτό το τεύχος το λόγο στη Βάσω Κιντή, Καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ:
Δεν φανταζόμουν ότι θα χρειαζόταν να κάνει κανείς σήμερα αυτή τη διευκρίνιση αλλά απ' ό,τι φαίνεται είναι απαραίτητο να γίνει.
Σχετικά με τον γάμο των ομοφύλων και την τεκνοθεσία επικαλούνται ορισμένοι τη φύση σε σχέση με το τι είναι ηθικά ορθό να κάνουμε. Επικαλούνται δηλαδή μία εκδοχή φυσικού νόμου, δηλαδή ενός νόμου που διέπει τη φύση και ορίζει, όχι μόνο πώς είναι τα πράγματα αλλά και πώς πρέπει να είναι. Αυτή η αντίληψη συνήθως συνδυάζεται με μία τελεολογία, δηλαδή με τη θέση πως κάθε τι έχει ένα τέλος, έναν σκοπό. Ό,τι κατατείνει προς την επίτευξη του σκοπού είναι κατά φύσιν και είναι ηθικά ορθό και ό,τι μας απομακρύνει από αυτόν είναι παρά φύσιν και ηθικά λάθος.
Ποιος έχει θέσει αυτόν τον νόμο και αυτήν την τελεολογία; Στη Χριστιανική αντίληψη, ο Θεός και οι αξιωματούχοι της Εκκλησίας που μας διευκολύνουν να μάθουμε τον φυσικό/ηθικό νόμο και να γνωρίσουμε ποιο είναι το τέλος/ο σκοπός (το ορθό τέλος και ο ορθός σκοπός) κάθε πράξης μας.
Αυτό που λέμε νεωτερικότητα σημαδεύτηκε από τη ρήξη με αυτή την αντίληψη. Απέναντι στην ετερονομία αυτής της αντίληψης (δηλαδή ότι ο ηθικός νόμος μας επιβάλλεται απ’ έξω, από τη φύση ή από τον Θεό) αρχίζει να αναδύεται το αίτημα της αυτονομίας (που βρίσκει την πλήρη του έκφραση στον Καντ).
Από τον 18ο αιώνα, ο ωφελιμισμός (που δεν σημαίνει ιδιοτέλεια αλλά τη μεγιστοποίηση του οφέλους για τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων), συνέδεσε την ηθική, αρχικά με την αισθητικότητα των ανθρώπων, τη δυνατότητά τους δηλαδή να αισθάνονται ηδονή και πόνο, και στη συνέχεια γενικά με το δικό τους όφελος. Έτσι το ηθικό ή το ανήθικο είναι αυτό που ορίζουν οι ίδιοι οι άνθρωποι (δεν το ορίζει κάτι έτερον προς αυτούς για να τους το επιβάλει), ανάλογα με τον αν τους προκαλεί ηδονή ή πόνο, όφελος ή βλάβη. Μάλιστα, επειδή ηδονή και πόνο αισθάνονται και τα ζώα, διευρύνθηκε η βάση των ηθικών υποκειμένων.
Σήμερα ζούμε στη μετεξέλιξη της νεωτερικότητας και δεν μπορούμε να γυρίζουμε πίσω στον φυσικό νόμο και την προ-νεωτερική εποχή σαν να μην τρέχει τίποτε, σαν να μην έχουν μεσολαβήσει τόσοι αιώνες με τόσες ανατροπές, αλλαγές, κριτική και επιχειρήματα. Δεν μπορεί να λέγεται σήμερα με τόση αφοπλιστική απλότητα ότι κάτι είναι «φυσικό». Ποιος το ορίζει; Πώς το φυσικό υπαγορεύει το ηθικά ορθό;
Αν θέλει λοιπόν κανείς να σταθεί απέναντι στην πρόταση για γάμο ομοφύλων κ.λπ., ας βρει καλύτερα επιχειρήματα. Ακόμη και οι θεωρίες του φυσικού δικαίου έχουν εξελιχθεί.